Ο δε ανήρ να φοβείται τη γυνή;
Από την Ελιάνα Γιαννακάκη
Φίλοι μου αγαπημένοι γεια σας. Επέστρεψα. Αχ πόσο μου λείψατε βρε ‘σεις! Σας έχω λείψει κι εγώ όμως. Το ξέρω. Και θέλω πραγματικά να σας ευχαριστήσω και για τα ηλεκτρονικά σας μηνύματα. Τι να κάνω όμως η γυναίκα. Τα ‘χουμε πει αυτά. Είμαι αυθόρμητη και τρελαίνομαι για περιπέτεια. Γι’ αυτό είμαι πάντα έτοιμη για κάθε αποστολή που μου ετοιμάζει η ζωή χωρίς δισταγμούς. Προτού αρχίσω όμως τα δικά μου, θέλω να ευχαριστήσω τον καλό μου αρχισυντάκτη, τον κύριο Δημήτρη Ζάχο που δεν μ’ απείλησε με πνιγμό ή έστω κάποιο άλλο είδος φόνου –που θα έμοιαζε με αυτοκτονία- και με εμπιστεύτηκε όταν υποσχέθηκα ότι θα επιστρέψω σ’ ένα μήνα πια δριμύτερη με τα γκάζια να βαράνε κόκκινο. Τότε βέβαια, δεν είχα ιδέα πως θα επέστρεφα, αλλά έπρεπε να σκαρφιστώ κάτι να του πω. Τώρα όμως που ξέρω, πιστέψτε με, έχω πάρα πολλά να σας εξιστορήσω.
Αχ ωραίες μυρωδιές ευωδιάζουν γύρω απ’ τα Σπάτα, τι απίστευτος ήλιος είναι αυτός που απρόσκλητος χαϊδεύει το πρόσωπο μου. Ε ναι λοιπόν, είναι Μάρτιος και βρίσκομαι στην κατά τ’ άλλα όμορφη Ελλάδα και συγκεκριμένα στην πανάσχημη Αθήνα.
Μετά το σοκ των πρώτων ημερών, αποφασίζω να πάρω σβάρνα τους δρόμους. Καθώς περπατούσα σε ένα δρομάκι γεμάτο καφετέριες –και όχι στο δάσος καθότι η κοκκινοσκουφίτσα απέχει από την προσωπικότητά μου‑, η διαίσθηση μου με οδήγησε στο «Ηλιοστάσιο» café.
Μπανίζω τραπέζι, το «συλλαμβάνω», ανοίγω menu, αποφασίζω για ένα ωραιότατο cappuccino (μετά ακολούθησε τσάι αλλά άσχετο), βγάζω laptop στο τραπέζι για να συνεχίσω με τ’ απομνημονεύματά μου –λέμε τώρα– κι εκεί που παίρνω βαθιά ανάσα για ν’ αρχίσω τσαααακ, καταφθάνει ο σερβιτόρος. Συμπαθητικό παιδί. Και χαμογελαστό –επίτευγμα για μόνιμο κάτοικο Αθηνών– .
Verdammt! Είπαμε συμπαθητικός και χαμογελαστός αλλά μου φράκαρε τη σκέψη. Κι είχα αρχίσει μόλις να σκέφτομαι τι θα μπορούσα να γράψω για τις χειραφετημένες Ελληνίδες της Ελλάδας σε σχέση με της Ελληνίδες της Γερμανίας. Απ’ τη μια ο συμπαθής νεαρός, από την άλλη ο κόσμος που πηγαινοερχόταν. !~@#$% Ξαφνικά όμως, αναλαμπή. Σε κλάσματα δευτερολέπτου μαζεύω θάρρος και θράσος και γίνεται ο εξής διάλογος μεταξύ εμού και του νεαρού:
Ελιάνα: Συγνώμη έχω μια απορία. Μπορείς να ξεχωρίσεις μια Ελληνίδα του εξωτερικού από μια ‘καθαρόαιμη’ Ελληνίδα;
Σερβιτόρος: (χαμογελάει) Ναι! Από πού είσαι;
Ε.: Γερμανία.
Με κοιτάζει και ξαναχαμογελά (τι χαμογελαστό παιδί που ήταν) και ξεκινά να μου λέει ότι μετά από κάποια χρόνια στη Γερμανία, έχει μόλις πέντε (5) μήνες στην Ελλάδα. Και ξαφνικά δεν είναι ο ευγενικός σερβιτόρος αλλά ο ευγενικός Δημήτρης Κουγιαννός. Κι όταν είπαμε διάφορα άλλα, τον ρώτησα άμα είχε τη διάθεση να με βοηθήσει με το θέμα που ετοιμαζόμουν να γράψω, και δέχτηκε χωρίς κανένα ‘κόλλημα’ ή δισταγμό.
Ο Δημήτρης λοιπόν μου είπε:
«Οι γυναίκες δεν υπάρχουν ποια!» (αυτές πάτησε τελικά το τρένο σκέφτομαι εγώ). «Για να πετύχει ένας άντρας με μια γυναίκα πρέπει να είναι τόσο καλός όσο ο Θεός και τόσο κακός όσο μπορεί να είναι ο διάβολος». Άσχετο με το θέμα μου βρε Δημήτρη αλλά επειδή μου άρεσε αποφάσισα να το γράψω! χιχιχι
Και συνεχίζοντας μου λέει ότι η Ελληνίδα της Γερμανίας (ΕΓ) όσο και να το θέλει δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει την ανεξαρτησία και τον αέρα που προβάλλει μια Ελληνίδα της Ελλάδας(ΕΕ). Η ΕΓ ζει σε καλούπια, φοβάται να ξεπεράσει τα όρια της, δεν έχει τον τσαμπουκά που έχει η ΕΕ, είναι κρυόκωλη και έχει δεν έχει χιούμορ ή έστω black humor. Δηλαδή, συνεχίζει ο Δημήτρης, πριν καν προλάβουν να τελειώσουν το ανέκδοτο τους γελάνε μόνες τους και ο άλλος διερωτάται τι είπε τώρα το άτομο. Είναι πολύ συγκρατημένες και λειτουργούν σαν ρομπότ. Στο θέμα δουλειάς αν έχει να συναγωνιστεί για μια θέση μια ΕΓ και μια ΕΕ, τη δουλειά θα την πάρει 100% η ΕΕ γιατί έχει τσαμπουκά, λέγειν, αέρα, μπορεί να αυτοσχεδιάζει και δεν ζει μόνο με σύστημα, μέθοδο και σε καλούπια. Η ΕΓ δεν ξέρει και πολύ καλά την λέξη ρίσκο αντίθετα με την ΕΕ που την γνωρίζει πολύ καλά και δεν συμβιβάζετε με καμιά ταμπέλα που να γράφει: ΜΕΧΡΙ ΕΔΩ! αλλά προτιμά το ΞΕΚΙΝΑΩ ΚΑΙ ΟΤΙ ΚΑΤΣΕΙ! Η ΕΕ είναι μαγκάκι. Η ΕΓ, όσο και να το θέλει δεν της το επιτρέπει η συνείδηση της. Στο θέμα το ποιος έχει το πάνω χέρι σε μια σχέση η ΕΓ δεν θα καταφέρει πότε να έχει το πάνω χέρι με ένα Έλληνα άντρα όσο και να το θέλει και να το προσπαθεί. Μπορεί με άλλο ‘φρούτο’, αλλά με τον Έλληνα χλωμό. Ο Έλληνας είναι δύσκολος σε μία σχέση, δεν ψήνετε εύκολα και θέλει το χρόνο του. Ενώ η ΕΕ μπορεί άνετα, όπως είπαμε, είναι ανεξάρτητη, ζει με ρίσκο, έχει αέρα, ξέρει να μιλά και να έχει και επιχειρήματα και πάνω απ’ όλα είναι μαγκάκι. Η ΕΕ άμα γουστάρει να βγει θα βγει και ας είναι και μόνη της, στολίζεται, ντύνεται και λέει ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ είμαι και Γ****** ΜΩΡΟ ΑΠΟΨΕ για τρελλά γ****** ! Αυτό, ακόμη και στη σκέψη η ΕΓ δεν το μπορεί. Θα κοκκινίσει και θα πεθάνει απο ντροπή.
Εννοείται ότι ακούγοντας τον Δημήτρη να μιλά μένω κάγκελο. Θυμήθηκα ένα προηγούμενο μου άρθρο, «Αγία Οικογένεια». Και σκέφτηκα αμέσως ότι τελικά δεν είμαι εξωγήινος, δεν σκέφτομαι μόνο εγώ περίεργα για τις γενιές που ακολούθησαν των πρώτων Ελλήνων που ήρθαν ν’ αναζητήσουν τη τύχη τους στη Γερμανία.
Δεν είχε άδικο ο άνθρωπος. Ούτε κι εγώ έχω τελικά και το ‘χω σιγουράκι πια. Κι όλ’ αυτά δεν τα γράφω για να κρίνω ή να κατακρίνω κανέναν. Είναι η δική μου άποψη γι’ αυτά που βλέπω και βιώνω όντας στη Γερμανία μόνιμα τα τελευταία χρόνια.
Ευχαριστώντας τον Δημήτρη για το χρόνο του, μαζεύω τα συμπράγκαλα μου και τραβώ σε άλλη ‘παραλία’. Περπατώντας στα μικρά δρομάκια της Πλάκας σκέφτομαι ότι τελικά υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει για τις νέες γενιές Ελληνίδων στη Γερμανία. Και βέβαια, καταλήγω στο ότι όχι, κανείς Έλλην ανήρ δεν φοβείται καμία γυνή. Δυστυχώς ισχύει ακόμα τ’ αντίθετο: Η γυνή, φοβείται ακόμα τον ανήρ αλλά και την ύπαρξή της!