Ellasnetblogs

Με το ζόρι ξενιτιά

Από την Ελιάνα Γιαννακάκη
Αγαπημένοι φίλοι και φίλες γεια σας. Εύχομαι να σας βρίσκω όλους καλά και γεμάτους ενέργεια. Εγώ πάντως μια φορά, με το που μπήκε το 2008, αποφάσισα ότι θα γκαζώσω με χίλια. Επέστρεψα κι απ’ την πατρίδα με φορτωμένες μπαταρίες και κάνα δυο κιλά παραπάνω αλλά, ποιος νοιάζεται γι’ αυτά.
Κι επιστρέφοντας που λέτε πίσω, κανονίζω καφέ με μια φίλη για να γίνει η καθιερωμένη ενημέρωση «που πήγες», «τι έκανες», «ποιους είδες» και ούτω καθεξής. Σημειωτέον, ότι σπουδάζει κι αυτή στη Γερμανία τα τελευταία τριάμισι χρόνια. Άρα είμαστε δύο τύπισσες που μας τη βάρεσε στο κεφάλι κι επιλέξαμε μια από τις πιο κρύες Ευρωπαϊκές χώρες για να σπουδάσουμε. Δηλαδή, η μ****** πάει σύννεφο στη Μεσόγειο.
Συζητώντας, κι αφού ο καφές έγινε καφέδες και ‘μπυρόνια’, ανάμεσα σε πολλά άλλα, καταλήξαμε στο ότι για να βρισκόμαστε τώρα εμείς εδώ ήταν μια δικιά μας επιλογή (σωστή ή λάθος ακόμα δεν ξέρω να σας πω). Κανείς δεν επενέβη και κανείς δεν προέβαλε αντίσταση. Μεταξύ μας, ας το δοκίμαζε! Τι γίνεται όμως, διερωτηθήκαμε, μ’ αυτούς που τους πήραν απ’ τα μαλλιά και τους τράβηξαν με το ζόρι κατά ‘δω; Και όχι για να σπουδάσουν αλλά για να ζήσουν.
Η εμπειρία μου πάντως με αρκετά παιδιά ελληνικών οικογενειών εδώ, δείχνει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό υποφέρει και αρνείται να δεκτεί την πραγματικότητα που τους ανάγκασαν να ζουν. Συγχαίνοντε το γεγονός ότι τους στερήθηκε το δικαίωμα επιλογής σε ποια πατρίδα θα έπρεπε να μεγαλώσουν, συγχαίνοντε την πίεση των γονιών να σπουδάζουν τόσο σε γερμανικό όσο και σε ελληνικό σχολείο και τόσα άλλα. Ένας φίλος κάποια στιγμή μου εξομολογήθηκε: « Στα 10 μου, χωρίς να ερωτηθώ, ήρθα με την οικογένειά μου στη Γερμανία. Ο μπαμπάς έλεγε θα μαζέψουμε χρήματα και θα επιστρέψουμε στην Ελλάδα. Δεν τον αδικώ τον άνθρωπο. Ήθελε να φροντίσει την οικογένεια του. Αλλά επιμένω ότι εμένα κανείς δε με ρώτησε αν θέλω να έρθω εδώ. Το κλίμα, δε μου έκατσε. Παράτησα το σχολείο στα 16 κι έκανα μικροδουλειές τις οποίες βαριόμουν γι’ αυτό και τις παρατούσα. Το ίδιο βιολί συνεχίζεται μέχρι σήμερα που είμαι πια 24 χρονών. Νιώθω ένα κενό. Θέλω να φύγω. Βαρέθηκα να κωλοβαρώ εδώ. Νιώθω μίζερος. Αρνούμαι να προσαρμοστώ. Έχω γκόμενα που με ταΐζει και με ποτίζει αλλά δουλειά δεν έχω. Η ψυχολογία μου γίνεται ολοένα και χειρότερη. Άλλοι επέλεξαν τι θ’ απογίνω στη ζωή μου. Ο πατέρας μου γυρνά από ‘δω κι από ‘κεί και ρωτά αν υπάρχει καμιά δουλειά για ‘μένα. Συγνώμη, εμένα με ρώτησε; Δηλαδή, πάλι άλλοι επιλέγουν για εμένα. Ούτε τη μιζέρια μου δεν μ’ αφήνουν να απολαύσω. Θέλω να γυρίσω πίσω στην πατρίδα. Αλλά κι εκεί, τι να κάνω; Δίπλωμα σχολείου δεν έχω. Άσε που θα είμαι το κλωτσοσκούφι του καθενός και με την ταμπέλα o ‘λαζογερμανός’.
Το παραλήρημα συνεχιζόταν. Τα ίδια ανακυκλωμένα λόγια με ακόμα πιο έντονο το παράπονο. Για να πω τη μαύρη μου αλήθεια ένιωσα και κάπως δηλαδή γιατί τι να πω εγώ αυτού του ανθρώπου από τη στιγμή που εγώ βρισκόμουν απέναντι του κατόπιν δικής μου επιλογής. Δε λέω ότι τα πράγματα υπήρξαν και super wow για εμένα αλλά τουλάχιστον για τις δικές μου σπουδές, η απόφαση ήταν δικιά μου (όσο κι αν την πάλεψα) και την ευθύνη την έχω αποκλειστικά και μόνο εγώ.
«Μπρος γκρεμός και πίσω εσύ» που λέει και το άσμα. Από τη μια σκέφτομαι ότι το πεπρωμένο μας το φτιάχνουμε εμείς. Μπορούμε να ανατρέψουμε τα πάντα ανά πάσα στιγμή. Οι γονείς μας, είναι κοντά μας μέχρι ενός σημείου δίνοντας μας τα εφόδια για να σταθούμε άνθρωποι στην κοινωνία. Από εκεί και πέρα, ας πάρουμε τις καταστάσεις στα χέρια μας. Ας τους δείξουμε κι εμείς με τη σειρά μας ότι μεγαλώνοντας επιβάλλεται να εκπληρώσουμε τα δικά μας όνειρα και φιλοδοξίες και όχι τα δικά τους. Κι όταν νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, ας δημιουργήσουμε στόχους στους οποίους θα επικεντρωθούμε και με βαθιά ανάσα θα αναστυλώσουμε το ηθικό για να χαράξουμε τη δική μας πορεία.
Το ‘χω αναφέρει και σ’ άλλα άρθρα μου. Οι Έλληνες που ζουν εδώ, δυστυχώς κουβαλούν μαζί τους ότι ήξεραν από τότε που έφυγαν από την Ελλάδα. Εξελίσσονται μέχρι ενός σημείου και δυστυχώς με πολύ αργά βήματα. Δεν αδικώ κανένα 20+ που πνίγεται. Ωστόσο, θεωρώ πιο δίκαιο για όλους μας, αν πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας. Είμαστε ένα νέο μοντέλο γενιάς. Πιο ταλαιπωρημένο αλλά σε κάποια θέματα πιο τυχερό. Μπορούμε να την παλέψουμε. Τίποτα δεν είναι ανέφικτο αρκεί, να γυρίσουμε το διακόπτη στα γκάζια και να βγούμε από τη μαυρίλα που κάποιοι, ή κι εμείς οι ίδιοι, έχουμε ντυθεί. Η ζωή είναι γεμάτη χρώματα. Ας ζωγραφίσουμε λοιπόν!